Ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις

ΓΕΝΙΚΟ ΕΠΙΤΕΛΕΙΟ ΣΤΡΑΤΟΥ

 

 

Η ιδέα συγκρότησης τακτικού στρατού στη Νεότερη Ελλάδα γεννήθηκε για πρώτη φορά στις αρχές της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Μέχρι τότε κανένα οργανωμένο στρατιωτικό τμήμα δεν υπήρχε. Ο αγώνας για την εθνική ανεξαρτησία γινόταν από άτακτα σώματα, αποτελούμενα κυρίως από ομάδες κλεφτών και αρματολών με επικεφαλής εμπειροπόλεμους οπλαρχηγούς (Καπιτάνους). Τα άτακτα αυτά σώματα, παρά τον εθνικό τους ενθουσιασμό και τη βαθιά τους πίστη στην ελευθερία, στερούνταν στρατιωτικής εκπαίδευσης και πειθαρχίας. Οι αρχηγοί τους εξάλλου, μη έχοντας καμιά μεταξύ τους ιεραρχία, εκτός από την πατροπαράδοτη συναδελφική αλληλεγγύη, δεν μπορούσαν να συνεργαστούν εύκολα μεταξύ τους για την επιτυχία του κοινού σκοπού. Πρώτος ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, το Μάρτιο του 1821, συγκρότησε στο Ιάσιο της Μολδαβίας το γνωστό Ιερό Λόχο από ένα τάγμα Πεζικού (500 άντρες), 200 ιππείς και μία πυροβολαρχία (4 πυροβόλα). Το σώμα αυτό επάνδρωσαν κυρίως Έλληνες σπουδαστές αλλά, πριν ολοκληρώσει την οργάνωσή του, απαθανάτισε το όνομά του με την ηρωική αυτοθυσία του στη μάχη του Δραγατσανίου στις 8 Ιουνίου 1821. Τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου o Δημήτριος Υψηλάντης (αδελφός του πρώτου) συγκρότησε στην Πελοπόννησο ένα τακτικό σώμα από τριακόσιους ομογενείς και φιλέλληνες με διοικητή το Γάλλο Ταγματάρχη Baleste (Μπαλέστρας ή Παλέσσας για τους Έλληνες). Μαζί του συνέπραξε και τμήμα Πυροβολικού (2 πυροβόλα). Το σώμα αυτό έλαβε κυρίως μέρος στις πολιορκίες των τουρκικών κάστρων της περιοχής, όπου και διακρίθηκε ιδιαίτερα. Ενα χρόνο αργότερα, τον Απρίλιο του 1822, θεσπίστηκε με νόμο η σύσταση τακτικού στρατού. Το πρώτο σύνταγμα Πεζικού, με διοικητή τον Ιταλό Συνταγματάρχη Pietro Tarella (Ταρέλλα), πριν ακόμη ολοκληρώσει την εκπαίδευσή του, εκστράτευσε μαζί με άλλα άτακτα σώματα στη Δυτική Ελλάδα για να ενισχύσει το ηρωικό Σούλι. Φτάνοντας κοντά στο χωριό Πέτα της Ηπείρου (4 Ιουλίου 1822) δέχτηκε ισχυρή τουρκική επίθεση και καταστράφηκε σχεδόν στο σύνολό του. Οι απώλειες σε νεκρούς ξεπέρασαν τους διακόσιους άντρες. Ανάμεσά τους ήταν κι ο Διοικητής του, Συνταγματάρχης Ταρέλλα.

Τον Ιούλιο του 1824 συγκροτήθηκε νέο τακτικό σώμα, αποτελούμενο από ένα τάγμα Πεζικού (περίπου 500 άντρες) με διοικητή το Δωδεκανήσιο Συνταγματάρχη Ρόδιο Παναγιώτη. Ταυτόχρονα, συστάθηκε και ένα τμήμα Πυροβολικού (περίπου 100 άντρες) για το χειρισμό κυρίως των πυροβόλων του φρουρίου του Ναυπλίου.

Κάρολος Φαβιέρος

Η Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδος, διαπιστώνοντας τη μεγάλη επιτυχία των τακτικών σωμάτων στις επιχειρήσεις κατά του Ιμπραήμ, αποφάσισε στο μεταξύ την περαιτέρω ενίσχυσή τους και διόρισε ως αρχηγό του Τακτικού Στρατού το Γάλλο Συνταγματάρχη  Φαβιέρο. Η δύναμη του σώματος του Φαβιέρου έφτασε στα τέλη του 1825 περίπου στους 4.000 άντρες και πήρε μέρος σε πολλές μάχες τα επόμενα δύο χρόνια.

Η εποχή μετά το 1897 αποτελεί χαρακτηριστικό σταθμό στην εξέλιξη του Στρατού, γιατί μόνο τότε άρχισε σοβαρή και προπαντός μεθοδική εργασία για την οργάνωση, εξοπλισμό και εκπαίδευσή του, η οποία στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία. Οργανώθηκε η Γενική Διοίκηση του Στρατού, προσκλήθηκαν ξένες

Μάχη Βελεστίνου, 18-4-1897

στρατιωτικές αποστολές,  έγινε συστηματική οργάνωση της επιστράτευσης, πραγματοποιήθηκαν νέες προμήθειες πολεμικού υλικού, εφαρμόστηκε το τριαδικό σύστημα στην οργάνωση για να γίνουν οι μονάδες πιο ευέλικτες και πραγματοποιή-θηκαν πολλές ασκήσεις στο χάρτη και το έδαφος.

Έτσι ο Ελληνικός Στρατός βρέθηκε πανέτοιμος για τη μεγάλη εξόρμηση κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13. Όμως για μία ακόμα φορά η οργανωτική προσπάθεια του Στρατού ανακόπηκε, εξαιτίας του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου (1914-1918) και του εσωτερικού διχασμού από τη διαφωνία του Βασιλιά Κωνσταντίνου και του Πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου, για την είσοδο ή μη της Ελλάδας στον πόλεμο.

Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος βρήκε τον Ελληνικό Στρατό πλήρως προετοιμασμένο και ικανό όχι μόνο να αποκρούσει την επίθεση της Ιταλίας τον Οκτώβριο του 1940, αλλά και να αναλάβει επιθετική δράση και να φτάσει σε βάθος ογδόντα χιλιομέτρων μέσα στο βορειοηπειρωτικό   έδαφος.  Τέλος,  να  αντιτάξει  πείσμονα,  ηρωική  και αποφασιστική,  για  την  εξέλιξη του  πολέμου,  αντίσταση  εναντίον  των γερμανικών στρατευμάτων εισβολής στα βόρεια σύνορα και την Κρήτη, την άνοιξη του 1941.

Στη διάρκεια της κατοχής της χώρας από τα στρατεύματα του Άξονα (1941-44) συγκροτήθηκε νέος τακτικός στρατός στη Μέση Ανατολή από αξιωματικούς και οπλίτες που κατέφυγαν εκεί. Η μάχιμη δύναμή του ανερχόταν στην ουσία σε μία ταξιαρχία Πεζικού και τον Ιερό Λόχο, που πολέμησαν στο πλευρό των Συμμάχων σε όλη τη διάρκεια του πολέμου και συνέβαλαν σημαντικά στις νίκες του Ελ Αλαμέιν στην Αίγυπτο και του Ρίμινι στην Ιταλία, αλλά και στην  απελευθέρωση των νησιών του Αιγαίου.

Το 1945, αμέσως μετά την απελευθέρωση της χώρας, άρχισε η ταχεία ανασυγκρότηση του Στρατού σε νέα βάση με τη συνεργασία της Βρετανικής και από το 1947 της Αμερικανικής Στρατιωτικής Αποστολής. Το Σεπτέμβριο του 1946, όταν ο Στρατός Ξηράς αριθμούσε 75.000 άντρες και η οργάνωση, η εκπαίδευση και ο εφοδιασμός του σε υλικά και μέσα βρίσκονταν ακόμη στο στάδιο της εξέλιξης αποδύθηκε σε αγώνα κατά του «Δημοκρατικού Στρατού». Αγώνα τον οποίο έφερε σε πέρας με επιτυχία τον Αύγουστο του 1949, αφού στο μεταξύ η δύναμη του Στρατού Εκστρατείας και της Εθνοφρουράς είχε ανέλθει περίπου σε 250.000 άνδρες υψηλής μαχητικής ικανότητας. Έτσι, έδωσε τέλος στις εμφύλιες πολεμικές συγκρούσεις και διαφύλαξε τη δημοκρατία και την ελευθερία του ελληνικού λαού.

Στην περίοδο ειρήνης από το 1950 μέχρι σήμερα ο Ελληνικός Στρατός κατέβαλε τεράστιες προσπάθειες για τον εκσυγχρονισμό του, στα πλαίσια του ΝΑΤΟ, με στόχο τη βελτίωση της εκπαίδευσης και της αύξησης της ισχύος πυρός, της κινητικότητας και της ευκαμψίας του. Νέοι σχηματισμοί και μονάδες δημιουργήθηκαν και πραγματοποιήθηκε η προμήθεια νέων οπλικών συστημάτων. Έτσι, η Ελλάδα διαθέτει έναν άριστα οργανωμένο, άρτια εξοπλισμένο και πλήρως αξιόμαχο Στρατό, που αποτελεί εγγύηση για την ελευθερία, την ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της χώρας, αλλά και την παγκόσμια ειρήνη, αφού συμμετείχε και εξακολουθεί να συμμετέχει με επιτυχία σε πολλές ειρηνευτικές αποστολές (Σομαλία, Βοσνία, Αλβανία, Κόσοβο, Κουβέιτ, Ιράκ, Γεωργία κτλ.) με στρατιωτικά τμήματα ή στρατιωτικούς παρατηρητές.

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.